ΓΙΑΤΙ:

..όσες κι αν χτίζουν φυλακές

κι αν ο κλοιός στενεύει

ο νούς μας είναι αληταριό

που όλο θα δραπετεύει...

Τετάρτη 1 Νοεμβρίου 2006

ΤΟ ΜΠΑΝΙΟ


-         Γιώωωωργο…Γιώωωργοοοοο, Μπούουλη, Μπούληηη…..
-         Τί μο….τί θες
-         Τι, τι μωρέ, ακόμη δεν χορτάσατε από τα σοκάκια, γρήγορα ελάτε εδώ!
-         Καλά... καλά
-         Όχι καλά – καλά να πάρουμε σειρά θα μας βρει το πρωί.
Συχνός διάλογος σε κάθε γειτονιά, η μάνα φωνάζει να μαζευτούν τα παιδιά από τα σοκάκια. Δεν είναι όμως καθημερινή μέρα άλλωστε η μάνα το υπονοεί (θα μας βρει το πρωί)  Είναι Σάββατο και μόλις έχει πέσει το σούρουπο. Είναι ώρα για το εβδομαδιαίο μας μπάνιο!!!! Ναι καλά διαβάσατε το εβδομαδιαίο, τι όπως τώρα που παίζουμε με τα νερά… και κρυώνουμε!!  Αφού αφήσουμε το σοκάκι και το ίδιο έχουν κάνει και τα υπόλοιπα παιδιά (Παρατήρηση 1η όλοι πλένονται την ίδια μέρα και ώρα, όλα κι’ όλα υπάρχει πρόγραμμα…) Φτάνοντας σπίτι η μάνα έχει ετοιμάσει το μπάνιο, δεν εννοώ τα αρώματα και τα αιθέρια έλαια ή έχει ανάψει το θερμοσίφωνα. Μιλάμε για μια άλλη τελείως διαφορετική ετοιμασία.
Έχει βάλει από νωρίς πάνω στην σόμπα τις κατσαρόλες και τα γκιούμια για να ζεσταθεί το νερό. Πρέπει βλέπετε να κάνει όλη η οικογένεια μπάνιο (παρατήρηση 2η την ίδια ημέρα σε διαφορετική ώρα, λίγο αργότερα, κάνουν μπάνιο οι μεγάλοι, συμπέρασμα όλο το χωριό κάνει μπάνιο κάθε Σάββατο 9:30 με 11:30 μ.μ.
Η διαδικασία – ιεροτελεστία του μπάνιου συντελείται σε δύο συνήθως χώρους. (εάν έχει κάποιος άλλος υπόψη του και κάποιο άλλο χώρο ας μας ενημερώσει). Πρώτον στο καθημερινό δωμάτιο (ουντάουλου ντι σιντιάρι) και δεύτερον στην κουζίνα από έξω (μαγιαργιό ντι ναφούαρ). Σε κάθε χώρο η διαδικασία είναι η ίδια. Η μάνα με προστακτικό ύφος λέει μπρος βγάλτε τα ρούχα. Εσύ αρχίζεις νωχελικά και αργά , η μάνα επισπεύδει την διαδικασία βγάζοντας σου γρήγορα – γρήγορα τα ρούχα, πατάς πάνω στο χράμι που έχει στρώσει για την περίπτωση γυμνός. Μπροστά σου έχεις την λεκάνη ή την κουπάνα, την κοιτάζεις και ελπίζεις πως ίσως κάτι πάει στραβά και δεν θα πλυθείς ότι θα γλιτώσεις. Πάνω που κάνεις αυτές τις σκέψεις η μάνα με επιδέξιο τρόπο βουτώντας σε από το σβέρκο σε έχει γονατίσει στα τέσσερα και βρίσκεται σχεδόν καβάλα σου πριν το καταλάβεις. (οι καινούριες οι μαμάδες την έχουν μάθει αυτή τη λαβή;). Σφίχνει τα πόδια της γύρω από την μέση σου ελαφριά σε περίπτωση που πας να φύγεις πίσω σφίχνουν  ακόμη περισσότερο για να μην ξεφύγεις. Αρχίζει να ρίχνει νερό στο κεφάλι σου και αφού βρεχτεί το κεφάλι παίρνει το σαπούνι. Το σαπούνι συνήθως είναι Λέσβος σε πλάκα (γνωστότερο και ως  καλούπι) λίγο μεγαλύτερο από ένα πακέτο τσιγάρα. Το μυστικό και η επιτυχία βρίσκεται στο αν το σαπούνι έχει ξαναχρησιμοποιηθεί αρκετά ή όχι. Αν έχει χρησιμοποιηθεί αρκετά έχουν φαγωθεί – λειανθεί οι γωνίες του ενώ αν όχι πάει γέμισες το κεφάλι σου μπίσκες(καρούμπαλα-χτυπήματα). Η μάνα αρχίζει και τρίβει το κεφάλι, κι ενώ εσύ έχεις τα μάτια σου όσο μπορείς σφιχτά το σαπούνι βρίσκει τρόπο και μπαίνει στα μάτια σου, έτσι αρχίζουν και τσούζουν, εσύ αρχίζεις και φωνάζεις «τσούζει σε λέω, τσούζει» και αρχίζεις να κλαις. «άντε - άντε τελειώσαμε απαντά η μάνα», αν επιμείνεις και συνεχίσεις να κλαις, τρως μια παταριά στον κώλο, όπως χτυπάνε το γαϊδούρι όταν πάει στην πατάτα (βλέπεις οι μαμάδες στο χωριό κατέχουν και αυτή την ασχολία). Το κλάμα σταματά για λίγο, η γειτονιά αντηχεί από κλάματα παιδιών και φωνές, ακόμη πιο δυνατές όταν η μάνα πάει να σε ξεπλένει και το νερό δεν έχει την κατάλληλη θερμοκρασία, τότε ακούς από παντού «καίει – καίει – ααα!» Το κλάμα ξαναρχίζει αλλά σταματά καθώς έχεις βρεθεί τυλιγμένος με την πετσέτα που ήταν πάνω στην σόμπα και είναι λίγο καψαλισμένη (η καλύτερη στιγμή). Κατόπιν μπαίνεις όρθιος στο κέντρο της  λεκάνης και η μάνα αρχίζει να τρίβει με δύναμη το σφουγγάρι, πιάνει το ένα σου χέρι το τρίβει, μετά το άλλο και συ υπακούς νωχελικά. Η διαδικασία τελειώνει με ένα καλό σκούπισμα. « ΑΑΑ! Τι λιμπισείς» λέει η μάνα και πετάει τα βρώμικα νερά και είναι έτοιμη για να παραλάβει τον επόμενο που περιμένει την σειρά του.
Αν όλη η διαδικασία διαδραματιζόταν στην κουζίνα απ’ έξω πάλι καλά, εάν όμως όλο το σκηνικό έλαβε χώρα στο καθιστικό τότε το παρακολούθησαν ο παππούς, η γιαγιά, ο μπαμπάς καμιά θεία σου ίσως και καμιά γειτόνισσα που ήρθε για να ζητήσει κάτι. Αυτό είναι το μειονέκτημα του καθημερινού γιατί της κουζίνας απ’ έξω είναι το κρύο. Φαντάζεσαι να βγαίνεις φρεσκολουσμένος με μηδέν βαθμούς και χιόνι και να τρέχεις 5-10 μέτρα να φτάσεις στο σπίτι;
Η διαδικασία του πλυσίματος τελείωσε έγινες καθαρός, έχεις μπροστά σου μια εβδομάδα έως το επόμενο μαρτυρικό πλύσιμο.
Τι νομίσατε τελείωσε η επιχείρηση καθαριότητα;  Όχι βέβαια, υπάρχουν τα αυτάκια, τα νυχάκια , υπάρχει συνέχεια λοιπόν…
Η μάνα βγάζει ένα τσιμπιδάκι από το κεφάλι συνήθως (έχω ακούσει περιπτώσεις με τσιγκελάκι ή βελόνα πλεξίματος) και καθαρίζει τα αυτιά σου. Κατόπιν παίρνει το ψαλίδι που χρησιμοποιεί στο ράψιμο και αρχίζει να κόβει τα νύχια σου. (πάλι καλά που εμείς είχαμε ραψίματος γιατί κυκλοφορούσε πολύ αυτό που κουρεύανε τα πρόβατα, και άντε τώρα να βάλεις το δαχτυλάκι σου σε μισό μέτρο ψαλίδι…) Τώρα βέβαια υπάρχουν μπατονέτες και νυχοκόπτες (η εξέλιξη, η πρόοδος βλέπετε, πάντως αν ξεμείνετε από μπατονέτες το τσιμπιδάκι μια χαρά κάνει τη δουλειά του).
Τώρα πλέον είσαι καθαρός, γκιργκινάτου, λιμπισίτου, κιντισίτου (ίσως να βοήθησε και το κλάμα που άνοιξαν καλά οι πόροι). Οποιαδήποτε σχέση των παραπάνω με πρόσωπα είναι τυχαία όχι όμως η περίοδος τέλους της δεκαετίας του 70’ και αρχές του 80’και οι καταστάσεις που είναι πέρα για πέρα αληθινές…



Γιώργος Αθ.Μητώνας
ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΛΙΒΑΔΙ 2006 ΤΕΥΧ 13

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου