ΓΙΑΤΙ:

..όσες κι αν χτίζουν φυλακές

κι αν ο κλοιός στενεύει

ο νούς μας είναι αληταριό

που όλο θα δραπετεύει...

Δευτέρα 20 Φεβρουαρίου 2012

ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΑΓΡΙΟΥΣ..(ΝΕΟ)

Kουβαρίστρες,μασουράκια,τσιλέδες,μουλινέδες…

Είναι Σαββάτο πρωί και οικογενειακώς έχουμε βγει για τα ψώνια της εβδομάδας σε ένα από τα πιο μεγάλα supermarket της Θεσσαλονίκης.
Τα ψώνια της εβδομάδας,έτσι για να έχουνε μια εικόνα και κάποιοι φίλοι μας που ζουν εκτός μεγαλουπόλεων,είναι για εμάς και μία από τις εξόδους μας.Αυτό το λέω επειδή κάποιοι έχουν την εντύπωση πως αν ζεις σε μια μεγάλη πόλη πηγαίνεις συχνά σινεμά,θέατρο ή στους τραγουδιστές που βλέπουν στη τηλεόραση. Για ρωτήστε κάποιον γνωστό σας να σας πει πότε επισκέφτηκε ένα από τα παραπάνω για τελευταία φορά και τα ξαναλέμε.

Τέλος πάντων, ξαναγυρίζουμε στο θέμα μας, τα ψώνια του supermarket. Μιλάμε για ένα τεράστιο μαγαζί που έχει μέσα τα πάντα. Τρόφιμα και καθαριστικά έως ηλεκτρικές συσκευές,ρούχα και είδη προικός ό,τι τέλος πάντων ζητά ο σύγχρονος καταναλωτής. Η μάνα μου όσες φορές έχει έρθει να μας επισκεφτεί λέει: Αουά του πουλιτίιβίντου ντι τούτι, μόνο ... μπαμπάκα κου μάμα νου άρι (εδώ στην πόλη πουλάνε απ’ όλα, μόνο... μπαμπά και μαμά δεν έχει.)
Τα μεγάλα καταστήματα πιστεύαμε πως έχουν τα πάντα. Μια μέρα, λοιπόν, μας λέει η πεθερά μου πως θέλει λίγο«κολάρο» για τα ρούχα. Θέλει λέει να πλένει τους σεμέδες και τα πετσετάκια και το χρειάζεται για να τα κάνει κολλαριστά. Σίγουροι πως θα το βρούμε στο μεγάλο supermarket πήγαμε εκεί. Ψάξαμε όλο το  supermarket,  πουθενά, ρωτήσαμε υπαλλήλους,κάποιοι ούτε καν μπορούσαν να καταλάβουνε τι ζητούσαμε και στο τέλος κάποιος μας είπε πως δεν πουλάνε τέτοιο πράγμα. Μιλάμε ρε παιδιά έπαθα πλάκα. Ένα τεράστιο πολυκατάστημα με χιλιάδες κωδικούς προϊόντων και να μην έχει αυτό το μικρό κουτάκι με κολάρο;
Το κολάρο ήταν ένα προϊόν το οποίο μέχρι πριν μερικά χρόνια το έβρισκες σε όλα τα μπακάλικα του χωριού. Από τον μπάρμπα Γιώργο του Παμπέρη και το παντοπωλείο του Αλέκου του Καπαώνη για να πούμε τα πιο κεντρικά έως τα παντοπωλεία του Λευτέρη του Τσανούσα , του Καρακώστα, του Μπίσμπα και όποιο άλλο υπήρχε στο Λιβάδι.
Αυτά λοιπόν τα μπακάλικα - παντοπωλεία γυρίζοντας σπίτι τα έφερα ένα –ένα στο νου μου. Μπορεί να ήτανε σχετικά μικρά αλλά έβρισκες τα πάντα. Και όταν λέμε τα πάντα εννοούμε τα πάντα.
Αρχικά είχαν όλα όσα αφορούσαν τη διατροφή του κόσμου. Ξεκινώντας από τα ζυμαρικά και τα όσπρια, ως τα μπαχαρικά που όλα ήταν χύμα και τα αγόραζες στα περίφημα χωνάκια από χαρτί. Για παράδειγμα,  αν ήθελες να μαγειρέψεις πατάτα χιάρτατ’γκ’σίτα, πήγαινες στο μπακάλικο και αγόραζες για δυο δραχμές πιπέρι κόκκινο ή μαυροπίπερο,κύμινο, και ο μπακάλης στο συσκεύαζε επιτόπου στο χάρτινο χωνάκι.
Αυτό που είναι εντυπωσιακό,όμως, με τα παλιά μπακάλικα είναι και η ποικιλία τους αλλά και το γεγονός ότι το μεγαλύτερο μέρος των προϊόντων τους τώρα έχει πάψει να υπάρχει. Κάτι πολύ σημαντικό ήταν οι μπογιές σε σκόνη για να βάψεις τα ρούχα ή το μαλλί(μαλλί εννοούμε των προβάτων όχι του κεφαλιού,έτσι να το διευκρινίζουμε). Πουλούσανε λοιπόν λουλάκι και ό,τι άλλο χρώμα ήθελες. Νομίζω, (απ’ όσο εγώ έζησα), πως εξειδίκευση στις βαφές είχε το παντοπωλείο του Πάππα του Αντώνη.
Έτσι λοιπόν στα μπακάλικα μπορούσες να βρεις είδη οικιακής χρήσης (από κατσαρόλες και τζισβέδεςέωςλαμπογιάλιακαι φυτίλι για τις λάμπες πετρελαίου),αγόραζες ακόμη και το πετρέλαιο τόσο για τις λάμπες όσο και για να ανάψεις τη σόμπα ή να ανάψεις το καζάνι για να βάψεις ή να πλένεις τα ρούχα(ναι, τα ρούχα τα πλένανε στο χέρι και ζεσταίνανε το νερό στο καζάνι, έτσι για να το θυμούνται και καμιά φορά οι σημερινές γυναίκες).Αγόραζες επίσης είδη ένδυσης και άλλα παρελκόμενα (αξεσουάρ), δηλαδή φανέλες,μαντίλια,κάλτσες και σκέπια ή ποδιές για το σχολείο μέχρι και πένθος για το χέρι. Κατεξοχήν βέβαια τέτοια είδη έβρισκες στου Νουλέζα αλλά και πολλά από τα άλλα μπακάλικα είχανε τέτοια είδη. Ο Αλέκος ο Καπαώνης από ό,τι θυμάμαι είχε και παπούτσια ας πούμε.
Πολύ σημαντική θέση είχαν και τα είδη ραπτικής και κεντήματος, από βελόνια σακοράφες και καρούλια μέχρι ζάβες,φερμουάρ και κουμπιά. Μάλιστα κυρίες μου, παλιά αν τα ρούχα σκιζότανε δεν τα πετούσαν,αλλά τα μπάλωναν, «λιαμπιτικά», αλλάζανε τα φερμουάρ αν χαλάγανε ή τα κουμπιά αν πέφτανε. Για σκεφτείτε λοιπόν σημερινές νοικοκυρές: έχετε ράψει κανένα κουμπί ή φερμουάρ ποτέ στην ζωής σας; Σίγουρα θα μου πείτε ότι δεν χρειάστηκε ως τώρα. Τότε να έχετε το νου σας στα χρόνια της κρίσης που ήρθανε μήπως μια εξάσκηση θα μας έβγαινε σε καλό; Μέχρι και λάστιχο με το μέτρο πουλούσανε εκείνη την εποχή, σε διάφορα είδη,με πιο γνωστό,το βρακολάστιχο.  Είχανε οι άνθρωποι ράφια ολόκληρα από κουβαρίστρες, μασουράκια,τσιλέδες,μουλινέδες και μαλλάκια μέχρι και όλα τα νούμερα από βελόνες ή αλλιώς κλούτσες.Εμ βέβαια, σας φαίνετε παράξενο πάλι αγαπητές μου φίλες, αλλά τότε πλέκανε και κεντούσανε κιόλας.
Ας πάμε τώρα στα είδη καλλωπισμού˙ σε κάθε μαγαζάκι θα έβρισκες σαπούνι σε καλούπι, καθρέπτες μικρούς κρεμαστούς,τσατσάρες για τους άντρες, χτένες  με ουρά για τις γυναίκες και ρολά για το κεφάλι. Είχανε πάντα στα ράφια τους φουρκέτες,τσιμπιδάκια, στουμπίτσια,καρφοβέλες και δίχτυ –φιλέ για να κάνουν οι γυναίκες τα μαλλιά τους.
Μεγάλο μέρος του μπακάλικού τους καταλάμβαναν πάντα τα είδη για την εργασία της κάθε συντεχνίας. Πέταλα, μουρτζιάλια,γκουβόστρα και σχοινιά για τους κυρατζήδες.Καρφιά,σκεπάριακαι φτυάρια για τους οικοδόμους.  Σακιά από μπούρδα,δικέλια και τσάπες για τους γεωργούς και τους αγρότες, ενώ έβρισκες μέχρι και βύζες για να ταΐζουν με μπουκάλι τα νεογέννητα προβατάκια οι κτηνοτρόφοι .
Αυτό όμως που σε κάποιους νεότερους θα φανεί παράξενο είναι το γεγονός πως δεν υπήρχε μεγάλη ποικιλία σε παιδικά ζαχαρωτά και γαριδάκια ή τσίχλες. Έχανε για παράδειγμα δυο είδη καραμέλες: τις κόκος και τις άλλες τις άσπρες με ροζ,φυσικά χύμα και αυτές, υπήρχαν γλειφιτζούρια τα γνωστά κοκοταράκια,μια ή δυο ειδών τσίχλες, γαριδάκια και άντε καμιά σοκολάτα και καμιά γκοφρέτα και εκεί εξαντλούνταν τα είδη προς πώληση για παιδιά. Τι νομίζετε ότι είχαμε εμείς σαν παιδιά λεφτά στην τσέπη ή οι γονείς μαςμας αγόραζαν κάθε μέρα και κάτι; Μόνο στις γιορτές άντε και καμιά Κυριακή μας έπεφτε να βάλουμε τίποτα να γλυκάνουμε το στόμα.
Κοινό χαρακτηριστικό, τέλος, των μπακάλικων και γενικότερα εκείνης της εποχής ήτανε και το τεφτέρι.Θυμάμαι όλα τα χρόνια όταν με έστελνε η μάνα μου στο μπακάλη,συνήθως στον Αλέκο του Καπαώνη που ήταν πιο κοντινός μας, να αγοράσω κάτι έλεγα:
-Θείο Αλέκο, είπε η μαμά να με δώσεις μία χλωρίνη και μια μανέστρα και να τα «γράψεις».
Θα παρατηρήσατε σίγουρα πως πολλά από τα παραπάνω σήμερα είναι σχεδόν απίθανο να τα βρεις σε οποιοδήποτε κατάστημα και κάποια έχουν πάψει πλέον και να παράγονται. Σκεφτείτε ότι όλα τα παραπάνω είδη για εκείνη την εποχή θεωρούνταν είδη πρώτης ανάγκης και έπρεπε να βρίσκονται  στο ράφι κάθε  παντοπωλείου της εποχής.Βάλτε το μυαλό σας τώρα να θυμηθεί πόσα μπακάλικα υπήρχανε στο Λιβάδι,αναλογιστείτε τώρα πόσες οικογένειες ζούσανε από τα μπακάλικα,συνεχίστε λίγο ακόμα τη σκέψη σας και αναρωτηθείτε,στο χωριό έχουν μείνει ελάχιστα παντοπωλεία, έπαψε πλέον ο κόσμος να αγοράζει και να καταναλώνει; Εννοείται πως δεν αναφέρομαι σε φαγώσιμα ή άλλα είδη σπιτιού που αγοράζει πλέον από τα supermarket  που έφτασαν και στο χωριό,αλλά τι έγινε, από πού αγοράζουμε  κάλτσες, μαντήλια,σκέπια, φανέλες,εσώρουχα κ.ά.;
Κλείνοντας θα πρέπει να τονίσουμε πως στα μπακάλικα στην καλύτερη των περιπτώσεων έφευγες με μία σακούλα ψώνια και άντε στις μεγάλες γιορτές με δύο. Στα σύγχρονα  μεγάλα supermarket γεμίζουμε ένα καρότσι ψώνια. Έχω την εντύπωση όμως  πως καταναλώνουμε πάρα μα πάρα πολλά σκουπίδια.
Σήμερα φτάσαμε στο σημείο να πετάμε δυο φορές την ημέρα σκουπίδια και παλιά βγάζαμε έναν γκαζοντενεκέ την εβδομάδα και αυτός « ντι τσ’νούσ’ σ’ κουζάλι ντι πατάτ’» (γεμάτος από στάχτη και φλούδες από πατάτα).

· Το ποίημα που δημοσιεύτηκε στις προηγούμενες  ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΑΓΡΙΟΥΣ με τίτλο « η νύχτα θα περάσει.» ασφαλώς και δεν το έγραψα εγώ!! Υπάρχει στο ιστολόγιο της Εκπαιδ. Παρέμβασης Αχαΐας (http://eparemvasiax.wordpress.com), χωρίς να αναφέρεται ο ποιητής. Ζητώ συγγνώμη που δεν αναφέρθηκε η πηγή στο προηγούμενο τεύχος.



Γιώργος Αθ.Μητώνας
ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΛΙΒΑΔΙ 2012 ΤΕΥΧ 45

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου